Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

τον είχε κάμει ποιητή


«Αρκετό καιρό τώρα –γράφει ο Constantius για τον Νέο [ψευδώνυμοι του συγγραφέα ήρωες στην Επανάληψη]- ήταν ερωτευμένος, αλλά το έκρυβε ακόμα κι από μένα! Τώρα βρισκόταν πια στο στόχο της επιθυμίας του. Είχε εξομολογηθεί και βρεί ανταπόκριση». Η αγάπη που ένιωθε για τη νέα ήταν όλο πάθος. «Ο ίδιος φλογιζόταν μέσα στην αγάπη. 'Οπως το σταφύλι που όταν φτάνει στην ύψιστη φάση γίνεται φωτεινό και διαφανές κυκλοφορώντας ο χυμός μες από τις λεπτές φλέβες, όπως ο φλοιός που σκάει σαν ωριμάσει ο καρπός σ' όλη του την πληρότητα, έτσι ξεσπούσε ο έρωτας σχεδόν ολοφάνερα πάνω στη μορφή του».

Μέσα σε τέτοιες στιγμές έξαρσης άφηνε να ξεσπά ο έρωτάς του «σε χαρά μακάρια», επαναλαμβάνοντας ξανά και ξανά μια στροφή του Paul Moller:

Μες στα γεράματα βαριά που γέρνω εδώ
Κάποιο όνειρο αναδεύεται στης μνήμης
τον πυθμένα.
Για Σε βυθίζομαι και Σένα αναπολώ,
Γυναίκα κι Ηλιε μου, ολοένα!

Μόλο το πάθος του όμως για την αγαπημένη του ένιωσε κάποια στιγμή η αγάπη του να μεταβάλλεται σε ανάμνηση, λες και η νέα του αυτή εμπειρία ξεπήδησε μες από τα ίδια τα λόγια του ποιητή. 'Οπως διηγείται ο Constantius για τον Νέο, «ήταν ερωτευμένος μέσα του βαθιά, αυτό ήταν φανερό, κι ωστόσο ήταν αμέσως σε θέση κιόλας μιάν από τις πρώτες μέρες να κάμει την αγάπη του ανάμνηση. Είχε στο βάθος ξοφλήσει με ολόκληρη τη σχέση. Αρχίζοντας έκαμε ένα βήμα τόσο τρομερό που προσπέρασε τη ζωή». Η πλάνη του ήταν πως «στεκόταν στο τέλος αντί στην αρχή». 'Ομως, στην πραγματικότητα, όπως παρατηρεί ο Constantius, «στην πρώτη χαραυγή του έρωτα παλεύουν μέλλον και παρόν αναμεταξύ τους για να πάρουν μια αιώνια έκφραση. Και τούτη η πράξη ανάμνησης είναι ακριβώς η αιωνιότητα, ξανακυλώντας πίσω μέσα στο παρόν. Αρκεί η ανάμνηση αυτή να είναι υγιής».

Στην περίπτωσή του ειδικά, ο Νέος, αντί να σκέφτεται πια το μελλοντικό γάμο με την αγαπημένη του, βλέπει τώρα τον εαυτό του ένα γέρο που κάθεται σε μια πολυθρόνα κι αναθυμάται τις ερωτικές μέρες της νιότης του. Γιατί «από την πρώτη στιγμή έγινε γέρος άνθρωπος αναφορικά με τη σχέση ολόκληρη». Στην πραγματικότητα, το αληθινό συναίσθημα αγάπης τέλειωσε γι’ αυτόν αμέσως μόλις άρχισε. 'Εγινε νοσταλγία. Ο πόθος του ανάμνηση. Η λατρεμένη κοπέλα άρχισε πια να τού γίνεται σχεδόν εμπόδιο. Κι ωστόσο ήταν η αγαπημένη, η μοναδική του αγάπη. 'Ομως, από την άλλη μεριά, δεν την αγαπούσε. Τη νοσταλγούσε μονάχα. Αντί για το γάμο, αντί για την πραγματικότητα της ζωής, προτιμούσε να ζήσει με τη νοσταλγία αυτή, να ζήσει σαν ποιητής. 'Ετσι ο Constantius διαπιστώνει τώρα σχετικά με τον Νέο: «Μια ποιητική παραγωγικότητα ξυπνούσε μέσα του σύμφωνα μ' ένα μέτρο που ουδέποτε είχα πιστέψει πως ήταν δυνατό. Τώρα τα καταλάβαινα όλα με άνεση. Η κοπέλα δεν ήταν η αγαπημένη του. 'Ηταν η αφορμή που ξύπνησε μέσα του το ποιητικό ταλέντο και τον έκαμε ποιητή. Γι' αυτό το λόγο δεν μπορούσε παρά ν' αγαπά μονάχα εκείνη. Δεν μπορούσε να την ξεχάσει ποτέ, ν' αγαπήσει ποτέ του άλλη, κι ωστόσο για πάντα μονάχα να τη νοσταλγεί. Είχε απορροφηθεί μέσα σ' ολόκληρη την υπόστασή του. Η μνήμη γι' αυτή μέσα του ήταν αιώνια νέα. Η σημασία της γι' αυτόν ήταν μεγάλη, τον είχε κάμει ποιητή. Κι έτσι ακριβώς είχε υπογράψει την ίδια της τη θανατική καταδίκη».


Μιχ. Κ. Μακράκης, Η φιλοσοφία του Kierkegaard (έκδ. 'Ιδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1983, σσ. 65-68).


-----
Προηγήθηκε αυτό εδωδά.


2 σχόλια:

ellinida είπε...

Το έγραψα και στο προηγούμενο σου ποστ. Η τέχνη απαιτεί θυσίες, την δική σου ή των άλλων.
Στο ερώτημα ζωή ή τέχνη, σαφώς και θα διάλεγα το πρώτο. Ζωντανή θα ήθελα να μ' αγαπούν όχι από μακριά, πόσο μάλλον πεθαμένη.
Ναι σαφώς οι ποιητές δεν αγαπούν την μούσα τους.
Καθαρματάκια είναι, εγωιστές νάρκισσοι του κερατά, και δεν έχω γνωρίσει κανέναν που να διαφέρει μέχρι σήμερα. Ευχαρίστως θα θυσιάσουν τον άλλον και μετά θα βγουν να διακυρήξουν τον ηρωισμό και την αυτοθυσία τους.
Δειλία κι'εκμετάλλευση είναι.
Δεν βγάζω τον εαυτό μου φυσικά απ' αυτές τις νόρμες. Απλά που και που συνέρχομαι και βλέπω καθαρά. Και το κυριώτερο, δεν θέλω πιά ν' αφήσω το στίγμα μου στην αιωνιότητα. Ολα είναι μάταια, πλην της στιγμής.
Πολύ θα μου άρεσε να μου αποδείξει κάποιος τ' αντίθετα.
τα σέβη μου

το θείο τραγί είπε...

Μού άρεσε η λέξη 'καθαρματάκια'. ;-)) Thanks ελληνίς για την παρέμβαση. Ασφαλώς έχετε δίκιο. Ο ίδιος.